ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ (Α’ ΜΕΡΟΣ)

α) Οι πηγές της Θείας Αποκαλύψεως

 

Θεία Αποκάλυψη είναι η αυτοφανέρωση του Θεού στους ανθρώπους. Από αγάπη ο Θεός φανερώνει στους ανθρώπους την αλήθεια και το θέλημά του και μεταδίδει σ’ αυτούς ζωή πνευματική: «Ἐγὼ ἦλθον ἵνα ζωὴν ἔχωσιν…» (Ιω. 10, 10).

Η Θεία Αποκάλυψη είναι έμμεση και άμεση. Έμμεσα αποκαλύπτεται ο Θεός στη φύση ως παντοδύναμος και πάνσοφος Δημιουργός. Άμεσα αποκαλύφθηκε δια του Υιού του, του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Η άμεση Αποκάλυψη του Θεού περιέχεται στην Αγία Γραφή και την Ιερά Παράδοση.

Η Αγία Γραφή αποτελείται από την Παλαιά Διαθήκη (=συμφωνία, συνθήκη μεταξύ του Θεού και των ανθρώπων για τη σωτηρία τους) και από την Καινή Διαθήκη. Η Παλαιά Διαθήκη απαρτίζεται από 49 βιβλία και η Καινή Διαθήκη από 27. Τα βιβλία της Αγίας Γραφής διακρίνονται ως προς το περιεχόμενό τους σε ιστορικά, διδακτικά ή ποιητικά και προφητικά.

Η Παλαιά Διαθήκη περιλαμβάνει τη δημιουργία του κόσμου και την πλάση του ανθρώπου, την υπόσχεση της σωτηρίας, την αποκάλυψη του Θεού στους Πατριάρχες, τον Μωυσή και τους προφήτες, τον θείο νόμο, τις προφητείες για τον ερχομό του Λυτρωτή, τη λατρεία των Εβραίων και γενικά την ιστορία του Ισραηλιτικού λαού. Η Καινή Διαθήκη περιέχει την έλευση του Χριστού, τη διδασκαλία και τα θαυμαστά έργα του, το απολυτρωτικό του έργο, τη σταύρωση, την ταφή, την ανάσταση και την ένδοξη ανάληψή του, την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος κατά την ημέρα της Πεντηκοστής, τη ζωή της πρώτης Εκκλησίας, τη διδασκαλία και μερικά από τα έργα των αποστόλων.

Επίκεντρο ολόκληρης της Αγίας Γραφής είναι ο Χριστός. Το πρώτο βιβλίο της Αγίας Γραφής, η Γένεση, αρχίζει με τη δημιουργία του κόσμου, η οποία έγινε δια του Υιού και Λόγου του Θεού, και το τελευταίο βιβλίο αυτής, η Αποκάλυψη, τελειώνει με την αναδημιουργία και ανακαίνιση του κόσμου, που θα γίνει και πάλι από τον Χριστό. Η Παλαιά Διαθήκη είναι η υπόσχεση της σωτηρίας και η Καινή η εκπλήρωση της υποσχέσεως.

 

Παράδοση στην αρχή ονομάστηκε το προφορικό κήρυγμα του Χριστού και των αποστόλων. Όταν γράφτηκαν τα βιβλία της Καινής Διαθήκης η Παράδοση διακρίθηκε σε έγγραφη και άγραφη. Έγγραφη είναι η παράδοση που περιέχεται στην Καινή Διαθήκη και άγραφη εκείνη που διατηρήθηκε κατά τους πρώτους Χριστιανικούς αιώνες δια του προφορικού λόγου σε ολόκληρη την Εκκλησία. Η άγραφη παράδοση αποτέλεσε τη δεύτερη και ισοδύναμη με την Αγία Γραφή πηγή της θείας αποκαλύψεως. Σιγά-σιγά η Ιερά Παράδοση ενσωματώθηκε στο Σύμβολο της Πίστεως, στα ερμηνευτικά έργα των Πατέρων της Εκκλησίας, στις αποφάσεις των τοπικών και Οικουμενικών Συνόδων, στη θεία Λατρεία και γενικά στα έθιμα και την πράξη της Εκκλησίας. Έτσι η Ιερά Παράδοση, που διαφυλάχτηκε και μεταδόθηκε από γενεά σε γενεά με τον προφορικό λόγο, είναι ήδη σήμερα, κατά το μεγαλύτερο μέρος της έγγραφη.